Anonymous

τριηρικός: Difference between revisions

From LSJ
6
(41)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[τριήρης]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τριήρη ή αυτός που μοιάζει με τριήρη («τοῡτον ὀφείλοντα τῇ πόλει σκεύη τριηρικά», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ τριηρικόν</i><br />το [[πλήρωμα]] τριήρους.
|mltxt=-ή, -όν, Α [[τριήρης]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τριήρη ή αυτός που μοιάζει με τριήρη («τοῡτον ὀφείλοντα τῇ πόλει σκεύη τριηρικά», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ τριηρικόν</i><br />το [[πλήρωμα]] τριήρους.
}}
{{lsm
|lsmtext='''τριηρικός:''' -ή, -όν, αυτός που προέρχεται ή ανήκει σε τριήρη, σε Δημ.
}}
}}