3,277,040
edits
(43) |
(6) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>βλ.</b> [[υπερώο]]. | |mltxt=τὸ, Α<br /><b>βλ.</b> [[υπερώο]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ὑπερῷον:''' Επικ. -ώϊον, τό, το ανώτερο, υψηλότερο [[μέρος]] ενός σπιτιού, κατοικίας, το ανώτατο [[πάτωμα]] ή τα ανώτερα διαμερίσματα, [[εκεί]] που διέμεναν, κατοικούσαν οι γυναίκες, σε Όμηρ.· σε Αττ., [[σοφίτα]], [[υπερώο]], σε Αριστοφ. (βλ. το επόμ.). | |||
}} | }} |