Anonymous

φλίβω: Difference between revisions

From LSJ
125 bytes added ,  31 December 2018
6
(45)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br />(<b>αιολ. τ.</b>) [[θλίβω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αρχαϊκός [[σπάνιος]] τ. ρήματος, παρλλ. του ρ. [[θλίβω]] (<b>πρβλ.</b> <i>φλῶ</i>: <i>θλῶ</i>), ο [[οποίος]] μπορεί να συνδεθεί με τα λατ. <i>fligo</i> «[[χτυπώ]]», λετ(ον)νικά <i>bliezt</i> «[[χτυπώ]]», ρωσ. <i>blizna</i> «[[ουλή]]», τα οποία, [[ωστόσο]], δεν μπορούν να αναχθούν σε μια ΙΕ [[ρίζα]] με [[βεβαιότητα]] καθορισμένη, [[αφού]] και μια [[μορφή]] ρίζας <i>bhl</i><i>ī</i><i>ĝ</i>- «[[χτυπώ]], [[τινάζω]]», που έχει προταθεί, παραμένει υποθετική (<b>βλ.</b> και λ. <i>φλῶ</i>)].
|mltxt=Α<br />(<b>αιολ. τ.</b>) [[θλίβω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αρχαϊκός [[σπάνιος]] τ. ρήματος, παρλλ. του ρ. [[θλίβω]] (<b>πρβλ.</b> <i>φλῶ</i>: <i>θλῶ</i>), ο [[οποίος]] μπορεί να συνδεθεί με τα λατ. <i>fligo</i> «[[χτυπώ]]», λετ(ον)νικά <i>bliezt</i> «[[χτυπώ]]», ρωσ. <i>blizna</i> «[[ουλή]]», τα οποία, [[ωστόσο]], δεν μπορούν να αναχθούν σε μια ΙΕ [[ρίζα]] με [[βεβαιότητα]] καθορισμένη, [[αφού]] και μια [[μορφή]] ρίζας <i>bhl</i><i>ī</i><i>ĝ</i>- «[[χτυπώ]], [[τινάζω]]», που έχει προταθεί, παραμένει υποθετική (<b>βλ.</b> και λ. <i>φλῶ</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''φλίβω:''' [ῑ], [[διαλεκτικός]] [[τύπος]] του [[θλίβω]], σε Θεόκρ.
}}
}}