Anonymous

κατάφευξις: Difference between revisions

From LSJ
2b
(5)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κατάφευξις:''' -εως, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[καταφυγή]] προς [[ασφάλεια]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> [[τόπος]] διαφυγής, καταφύγιος, στον ίδ.
|lsmtext='''κατάφευξις:''' -εως, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[καταφυγή]] προς [[ασφάλεια]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> [[τόπος]] διαφυγής, καταφύγιος, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''κατάφευξις:''' εως ἡ<b class="num">1)</b> бегство: τὴν κατάφευξιν ποιεῖσθαι ἐς τὸν ὅρμον Thuc. спасаться бегством в (свою) стоянку;<br /><b class="num">2)</b> убежище ([[ἀσφαλής]] Thuc.).
}}
}}