Anonymous

ἀνέορτος: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνέορτος:''' -ον ([[ἑορτή]]), αυτός που δεν έχει [[εορτή]], με γεν., <i>ἀν. ἱερῶν</i>, [[χωρίς]] [[μερίδιο]], [[χωρίς]] [[συμμετοχή]] στις εορταστικές τελετές, σε Ευρ.
|lsmtext='''ἀνέορτος:''' -ον ([[ἑορτή]]), αυτός που δεν έχει [[εορτή]], με γεν., <i>ἀν. ἱερῶν</i>, [[χωρίς]] [[μερίδιο]], [[χωρίς]] [[συμμετοχή]] στις εορταστικές τελετές, σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνέορτος:''' непраздничный: ἀ. ἱερῶν Eur. отстраненный от участия в праздничных священнодействиях.
}}
}}