Anonymous

μακροχρόνιος: Difference between revisions

From LSJ
3
(24)
(3)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο (AM [[μακροχρόνιος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που διαρκεί, που παραμένει επί πολύ χρόνο (α. «μακροχρόνια [[ασθένεια]]» β. «ὀφθαλμίαι ὑγραὶ μακροχρόνιοι [[μετὰ]] πόνων», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> αυτός που ζει [[πολλά]] [[χρόνια]], [[πολύχρονος]], [[μακρόβιος]] («τίμα τὸν [[πατέρα]] σου καὶ τὴν [[μητέρα]] σου, ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα [[μακροχρόνιος]] γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς», ΠΔ)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αποκτάται ή αποκτήθηκε με την [[παρέλευση]] πολλών ετών («μακροχρόνια [[πείρα]]»)<br /><b>2.</b> αυτός που γίνεται επί πολύ [[χρονικό]] [[διάστημα]], επί [[πολλά]] [[χρόνια]] («μακροχρόνιες έρευνες»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>μακροχρόνιον</i>, <i>τὸ</i><br />η [[μακροχρονιότητα]], η [[μεγάλη]] [[διάρκεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μακρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[χρόνιος]] (<span style="color: red;"><</span> [[χρόνος]])].
|mltxt=-α, -ο (AM [[μακροχρόνιος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που διαρκεί, που παραμένει επί πολύ χρόνο (α. «μακροχρόνια [[ασθένεια]]» β. «ὀφθαλμίαι ὑγραὶ μακροχρόνιοι [[μετὰ]] πόνων», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> αυτός που ζει [[πολλά]] [[χρόνια]], [[πολύχρονος]], [[μακρόβιος]] («τίμα τὸν [[πατέρα]] σου καὶ τὴν [[μητέρα]] σου, ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα [[μακροχρόνιος]] γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς», ΠΔ)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αποκτάται ή αποκτήθηκε με την [[παρέλευση]] πολλών ετών («μακροχρόνια [[πείρα]]»)<br /><b>2.</b> αυτός που γίνεται επί πολύ [[χρονικό]] [[διάστημα]], επί [[πολλά]] [[χρόνια]] («μακροχρόνιες έρευνες»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>μακροχρόνιον</i>, <i>τὸ</i><br />η [[μακροχρονιότητα]], η [[μεγάλη]] [[διάρκεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μακρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[χρόνιος]] (<span style="color: red;"><</span> [[χρόνος]])].
}}
{{elru
|elrutext='''μακροχρόνιος:''' долговечный (ἐπὶ τῆς γῆς NT).
}}
}}