Anonymous

δυσκαταπολέμητος: Difference between revisions

From LSJ
2
(10)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δυσκαταπολέμητος]], -ον (Α)<br />αυτός που δύσκολα καταπολεμείται.
|mltxt=[[δυσκαταπολέμητος]], -ον (Α)<br />αυτός που δύσκολα καταπολεμείται.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσκαταπολέμητος:''' с трудом поддающийся завоеванию ([[Ἄραβες]] Diod.).
}}
}}