Anonymous

πολύστοιχος: Difference between revisions

From LSJ
4
(33)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει πολλές σειρές («πάντες ἔχουσιν ὀξεῑς τοὺς ὀδόντας και πολυστοίχους [[ἔνιοι]]», <b>Αριστοτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[στοῖχος]] (<span style="color: red;"><</span> [[στείχω]])].
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει πολλές σειρές («πάντες ἔχουσιν ὀξεῑς τοὺς ὀδόντας και πολυστοίχους [[ἔνιοι]]», <b>Αριστοτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[στοῖχος]] (<span style="color: red;"><</span> [[στείχω]])].
}}
{{elru
|elrutext='''πολύστοιχος:''' расположенный в несколько рядов (ὀδόντες Arst.).
}}
}}