Anonymous

καταιθύσσω: Difference between revisions

From LSJ
2b
(5)
(2b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''καταιθύσσω:''' μέλ. <i>-ξω</i>, [[κυματίζω]] ή [[επιπλέω]] προς τα [[κάτω]], πλόκαμοι [[νῶτον]] καταίθυσσον, σε Πίνδ.· [[Κάστωρ]] καταιθύσσει ἑστίαν, ο Κάστορας ρίχνει την [[λάμψη]] του στο [[παραγώνι]], στον ίδ.
|lsmtext='''καταιθύσσω:''' μέλ. <i>-ξω</i>, [[κυματίζω]] ή [[επιπλέω]] προς τα [[κάτω]], πλόκαμοι [[νῶτον]] καταίθυσσον, σε Πίνδ.· [[Κάστωρ]] καταιθύσσει ἑστίαν, ο Κάστορας ρίχνει την [[λάμψη]] του στο [[παραγώνι]], στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''καταιθύσσω:''' (сверху) бросать свет, освещать, озарять (τι Pind.): πλόκαμοι [[ἅπαν]] [[νῶτον]] καταίτυσσον Pind. блистающей волной кудри покрывали всю спину.
}}
}}