Anonymous

ἐννοσίφυλλος: Difference between revisions

From LSJ
2
(12)
(2)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐννοσίφυλλος]], -ον (Α)<br />επικ. τ. [[αντί]] <i>ενοσίφυλλος</i>, [[εινοσίφυλλος]]<br />(για δασώδη όρη) αυτός που έχει κινούμενα, σειόμενα φύλλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>έν</i>(<i>ν</i>)<i>οσις</i> «[[κλονισμός]]» <span style="color: red;">+</span> [[φύλλον]].
|mltxt=[[ἐννοσίφυλλος]], -ον (Α)<br />επικ. τ. [[αντί]] <i>ενοσίφυλλος</i>, [[εινοσίφυλλος]]<br />(για δασώδη όρη) αυτός που έχει κινούμενα, σειόμενα φύλλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>έν</i>(<i>ν</i>)<i>οσις</i> «[[κλονισμός]]» <span style="color: red;">+</span> [[φύλλον]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐννοσίφυλλος:''' колеблющий листву (ἄνεμοι [[Simonides]] ap. Plut.).
}}
}}