3,274,216
edits
(20) |
(3) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[κλιμακωτός]], -ή, -όν) [[κλίμαξ]]. ο σχηματισμένος με [[μορφή]] κλίμακας, ο διατεταγμένος [[κατά]] βαθμίδες, [[σκαλωτός]], [[αμφιθεατρικός]] («πρόσβασιν δὲ μίαν ἔχει κατὰ τὴν ἀπὸ θαλάττης πλευράν κλιμακωτήν καὶ χειροποίητον», <b>Πολ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> ([[μετρική]]) α) «[[κλιμακωτός]] [[στίχος]]» — ο [[στίχος]] στον οποίο [[κάθε]] [[λέξη]] [[κατά]] [[σειρά]] [[είναι]] [[κατά]] μία [[συλλαβή]] μεγαλύτερη από την προηγούμενη<br />β) «κλιμακωτό [[ποίημα]]» — το [[ποίημα]] στο οποίο ο [[κάθε]] [[στίχος]] καταλήγει με την [[επανάληψη]] της ίδιας λέξης, απλής ή σύνθετης<br />γ) <b>στρ.</b> «κλιμακωτή [[παράταξη]]» — η [[παράταξη]] [[κατά]] κλιμάκια, [[κατά]] τμήματα τοποθετημένα κλιμακωτά<br />δ) <b>στρ.</b> «κλιμακωτή [[βολή]]» — [[βολή]] που εκτελείται με βαθμιαία [[ανύψωση]] του όπλου ή του πυροβόλου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «κλιμακωτὸν [[σχῆμα]]» — το ρητορικό [[σχήμα]] [[κλίμαξ]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>κλιμακωτά</i><br />με κλιμακωτό τρόπο, βαθμιαία, [[κατά]] βαθμίδες. | |mltxt=-ή, -ό (Α [[κλιμακωτός]], -ή, -όν) [[κλίμαξ]]. ο σχηματισμένος με [[μορφή]] κλίμακας, ο διατεταγμένος [[κατά]] βαθμίδες, [[σκαλωτός]], [[αμφιθεατρικός]] («πρόσβασιν δὲ μίαν ἔχει κατὰ τὴν ἀπὸ θαλάττης πλευράν κλιμακωτήν καὶ χειροποίητον», <b>Πολ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> ([[μετρική]]) α) «[[κλιμακωτός]] [[στίχος]]» — ο [[στίχος]] στον οποίο [[κάθε]] [[λέξη]] [[κατά]] [[σειρά]] [[είναι]] [[κατά]] μία [[συλλαβή]] μεγαλύτερη από την προηγούμενη<br />β) «κλιμακωτό [[ποίημα]]» — το [[ποίημα]] στο οποίο ο [[κάθε]] [[στίχος]] καταλήγει με την [[επανάληψη]] της ίδιας λέξης, απλής ή σύνθετης<br />γ) <b>στρ.</b> «κλιμακωτή [[παράταξη]]» — η [[παράταξη]] [[κατά]] κλιμάκια, [[κατά]] τμήματα τοποθετημένα κλιμακωτά<br />δ) <b>στρ.</b> «κλιμακωτή [[βολή]]» — [[βολή]] που εκτελείται με βαθμιαία [[ανύψωση]] του όπλου ή του πυροβόλου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «κλιμακωτὸν [[σχῆμα]]» — το ρητορικό [[σχήμα]] [[κλίμαξ]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>κλιμακωτά</i><br />με κλιμακωτό τρόπο, βαθμιαία, [[κατά]] βαθμίδες. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κλῑμᾰκωτός:''' ступенчатый, расположенный уступами ([[πρόσβασις]] Polyb.): κλιμακωτὸν σνῆμα грам. = [[κλῖμαξ]] 5. | |||
}} | }} |