Anonymous

ἀνεύρετος: Difference between revisions

From LSJ
1
(4)
(1)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνεύρετος]], -ον) [[ευρίσκω]]<br />[[εκείνος]] που δεν έχει ή [[είναι]] δύσκολο να βρεθεί, να ανακαλυφθεί.
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνεύρετος]], -ον) [[ευρίσκω]]<br />[[εκείνος]] που δεν έχει ή [[είναι]] δύσκολο να βρεθεί, να ανακαλυφθεί.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνεύρετος:''' не могущий быть обнаруженным (ὁ κτείνας Plat.; [[αἰτία]] Plut.; [[νῆσος]] Diod.).
}}
}}