Anonymous

πετρηρεφής: Difference between revisions

From LSJ
3b
(6)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πετρηρεφής:''' -ές ([[ἐρέφω]]), στεγασμένος σε [[πέτρα]], [[υπόγειος]] και [[πέτρινος]], σε Αισχύλ., Ευρ.
|lsmtext='''πετρηρεφής:''' -ές ([[ἐρέφω]]), στεγασμένος σε [[πέτρα]], [[υπόγειος]] και [[πέτρινος]], σε Αισχύλ., Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''πετρηρεφής:''' укрытый скалой, находящийся под скалой ([[ἄντρον]] Aesch., Eur.).
}}
}}