3,276,948
edits
(5) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Μολοσσός:''' Αττ. -ττός, -όν, αυτός που ανήκει ή προέρχεται από την [[περιοχή]] της Μολοσσίας, σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.· θηλ. [[Μολοσσία]] (ενν. <i>γῆ</i>), σε Πίνδ. | |lsmtext='''Μολοσσός:''' Αττ. -ττός, -όν, αυτός που ανήκει ή προέρχεται από την [[περιοχή]] της Μολοσσίας, σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.· θηλ. [[Μολοσσία]] (ενν. <i>γῆ</i>), σε Πίνδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Μολοσσός:''' атт. [[Μολοττός]] 3 молосский (γῆς [[πέδα]] Aesch.): Μ. [[πούς]] молосская (стихотворная) стопа (‒‒‒). | |||
}} | }} |