3,276,931
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τρᾰγόπους:''' -ποδος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει πόδια τράγου, σε Ανθ. | |lsmtext='''τρᾰγόπους:''' -ποδος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει πόδια τράγου, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τρᾰγόπους:''' 2, gen. ποδος козлоногий ([[Πάν]] Anth.). | |||
}} | }} |