Anonymous

ἀπανύω: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπανύω:''' μέλ. -ύσω [ῠ], [[φέρω]] εντελώς εις [[πέρας]], [[επιτελώ]], [[ολοκληρώνω]]· <i>νῆεςἀπήνυσαν</i> (ενν. <i>ὁδόν</i>), τα πλοία ολοκλήρωσαν τον πλου τους, σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ἀπανύω:''' μέλ. -ύσω [ῠ], [[φέρω]] εντελώς εις [[πέρας]], [[επιτελώ]], [[ολοκληρώνω]]· <i>νῆεςἀπήνυσαν</i> (ενν. <i>ὁδόν</i>), τα πλοία ολοκλήρωσαν τον πλου τους, σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπανύω:''' (sc. ὁδόν) заканчивать путь: [[νῆες]] ἀπήνυσαν [[οἴκαδε]] Hom. корабли прибыли домой.
}}
}}