Anonymous

ῥᾳστωνεύω: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ῥᾳστωνεύω:''' = [[ῥᾳθυμέω]], [[αργώ]], [[χασομερώ]], [[τεμπελιάζω]], [[αδιαφορώ]], βρίσκομαι σε [[κατάσταση]] ραστώνης, σε Ξεν.
|lsmtext='''ῥᾳστωνεύω:''' = [[ῥᾳθυμέω]], [[αργώ]], [[χασομερώ]], [[τεμπελιάζω]], [[αδιαφορώ]], βρίσκομαι σε [[κατάσταση]] ραστώνης, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ῥᾳστωνεύω:''' предаваться беспечности, быть беззаботным, бездеятельным (ῥ. τῇ ψυχῇ Xen.).
}}
}}