3,277,819
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὁμόρροθος:''' -ον, [[κυρίως]], αυτός που κωπηλατεί μαζί με κάποιον [[άλλο]]· απ' όπου, [[διπλανός]], [[κοντινός]], σε Θεόκρ.· επίσης, ὁμορρόθιος, <i>-ον</i>, σε Ανθ. | |lsmtext='''ὁμόρροθος:''' -ον, [[κυρίως]], αυτός που κωπηλατεί μαζί με κάποιον [[άλλο]]· απ' όπου, [[διπλανός]], [[κοντινός]], σε Θεόκρ.· επίσης, ὁμορρόθιος, <i>-ον</i>, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὁμόρροθος:''' Theocr. = [[ὁμορρόθιος]]. | |||
}} | }} |