Anonymous

προσκατανοέω: Difference between revisions

From LSJ
4
(6_23)
(4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προσκατανοέω''': κατανοῶ, [[διακρίνω]] [[προσέτι]], Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 67 καὶ 72.
|lstext='''προσκατανοέω''': κατανοῶ, [[διακρίνω]] [[προσέτι]], Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 67 καὶ 72.
}}
{{elru
|elrutext='''προσκατανοέω:''' сверх того принимать во внимание, понимать (τι Epicur. ap. Diog. L.).
}}
}}