Anonymous

ἀντιληπτέον: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀντιληπτέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀντιλαμβάνω]], αυτό που πρέπει να ληφθεί υπόψιν σε μια [[συζήτηση]] ή [[κατάσταση]], σε Αριστοφ.· [[τῶν]] πραγμάτων αὐτοῖς ἀντ., σε Δημ.
|lsmtext='''ἀντιληπτέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀντιλαμβάνω]], αυτό που πρέπει να ληφθεί υπόψιν σε μια [[συζήτηση]] ή [[κατάσταση]], σε Αριστοφ.· [[τῶν]] πραγμάτων αὐτοῖς ἀντ., σε Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀντιληπτέον:''' adj. verb. к [[ἀντιλαμβάνω]].
}}
}}