Anonymous

ἀπειρόδακρυς: Difference between revisions

From LSJ
1
(5)
(1)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀπειρόδακρυς]], -υ (Α)<br />αυτός που δεν ξέρει από δάκρυα, που δεν έχει δακρύσει.
|mltxt=[[ἀπειρόδακρυς]], -υ (Α)<br />αυτός που δεν ξέρει από δάκρυα, που δεν έχει δακρύσει.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπειρόδακρυς:''' υ, gen. υος [[ἄπειρος]] II] беспрерывно льющий слезы, по друг. [[ἄπειρος]] I] не знающий слез ([[καρδία]] Aesch.).
}}
}}