Anonymous

ῥοή: Difference between revisions

From LSJ
346 bytes added ,  31 December 2018
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ῥοή:''' ἡ, Δωρ. [[ῥοά]], [[αλλά]] σε Αττ. [[ῥοή]], Επικ. γεν. πληθ. ῥοάων [ᾱ] ([[ῥέω]])· [[ποτάμι]], [[ρεύμα]], [[πλημμύρα]], [[χείμαρρος]], σε Όμηρ. κ.λπ.· [[κυρίως]], σε πληθ., <i>ἐπ' Ὠκεανοῖο ῥοάων</i>, σε Ομήρ. Ιλ.· ἀμπέλου [[ῥοή]], ο [[χυμός]] του σταφυλιού, σε Ευρ.· μεταφ., λέγεται για την [[ποίηση]], ροή άσματος ή ποίησης, σε Πίνδ.· επίσης, <i>ῥοαί</i>, [[τακτοποίηση]], [[διευθέτηση]] ζητημάτων, υποθέσεων, μεταβολές της τύχης, στον ίδ.
|lsmtext='''ῥοή:''' ἡ, Δωρ. [[ῥοά]], [[αλλά]] σε Αττ. [[ῥοή]], Επικ. γεν. πληθ. ῥοάων [ᾱ] ([[ῥέω]])· [[ποτάμι]], [[ρεύμα]], [[πλημμύρα]], [[χείμαρρος]], σε Όμηρ. κ.λπ.· [[κυρίως]], σε πληθ., <i>ἐπ' Ὠκεανοῖο ῥοάων</i>, σε Ομήρ. Ιλ.· ἀμπέλου [[ῥοή]], ο [[χυμός]] του σταφυλιού, σε Ευρ.· μεταφ., λέγεται για την [[ποίηση]], ροή άσματος ή ποίησης, σε Πίνδ.· επίσης, <i>ῥοαί</i>, [[τακτοποίηση]], [[διευθέτηση]] ζητημάτων, υποθέσεων, μεταβολές της τύχης, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ῥοή:''' дор. [[ῥοά]] ἡ (преимущ. pl.)<br /><b class="num">1)</b> поток, течение (Μαιάνδρου ῥοαί Hom.; ποταμοῦ ῥ. Plat.; ῥ. ἐπέων Pind.);<br /><b class="num">2)</b> струя, влага: ἀμπέλου ῥ. Eur. виноградная влага, вино.
}}
}}