Anonymous

εἰλικρινής: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εἰλῐκρῐνής:''' -ές,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν έχει αναμειχθεί, που είναι [[χωρίς]] [[πρόσμειξη]], [[καθαρός]], [[αγνός]], Λατ. [[sincerus]], σε Ξεν., Πλάτ.· <i>εἰλικρινεῖ τῇ διανοίᾳ χρώμενος</i>, αυτός που χρησιμοποιεί καθαρή [[νόηση]], [[νοημοσύνη]], στον ίδ.· <i>εἰλ. ἀδικίας</i>, [[εμφανής]] [[αδικία]], σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> επίρρ. <i>-νῶς</i>, [[χωρίς]] ανάμειξη, από μόνο του, απλά, [[καθαρά]], απόλυτα, σε Πλάτ. (η προέλ. του <i>εἰλι-</i> αμφίβ.).
|lsmtext='''εἰλῐκρῐνής:''' -ές,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν έχει αναμειχθεί, που είναι [[χωρίς]] [[πρόσμειξη]], [[καθαρός]], [[αγνός]], Λατ. [[sincerus]], σε Ξεν., Πλάτ.· <i>εἰλικρινεῖ τῇ διανοίᾳ χρώμενος</i>, αυτός που χρησιμοποιεί καθαρή [[νόηση]], [[νοημοσύνη]], στον ίδ.· <i>εἰλ. ἀδικίας</i>, [[εμφανής]] [[αδικία]], σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> επίρρ. <i>-νῶς</i>, [[χωρίς]] ανάμειξη, από μόνο του, απλά, [[καθαρά]], απόλυτα, σε Πλάτ. (η προέλ. του <i>εἰλι-</i> αμφίβ.).
}}
{{elru
|elrutext='''εἰλικρῐνής:''' v. l. εἱλικρινής 2 [[εἵλη]]<br /><b class="num">1)</b> чистый, беспримесный (τὰ στοιχεῖα Arst.);<br /><b class="num">2)</b> чистый, непорочный (τέρψεις Isocr.; [[ἡδονή]] Arst.);<br /><b class="num">3)</b> ясный: ὄντος φωτὸς εἰλικρινοῦς Polyb. когда уже совсем рассвело;<br /><b class="num">4)</b> тщательно обособленный, непереметанный (τὰ φῦλα Xen.);<br /><b class="num">5)</b> чистый, неэмпирический, абсолютный ([[διάνοια]] Plat.);<br /><b class="num">6)</b> истый, подлинный ([[ἀδικία]] Xen.).
}}
}}