3,274,873
edits
(2) |
(1) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἄϊδρις:''' -ι, γεν. <i>-ιος</i> και <i>-εος</i> (*[[εἴδω]]), ποιητ. επίθ., αυτός που δεν γνωρίζει, μη πληροφορημένος, αυτός που βρίσκεται σε [[άγνοια]], [[αμαθής]], σε Ομήρ. Ιλ.· με γεν., σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ. | |lsmtext='''ἄϊδρις:''' -ι, γεν. <i>-ιος</i> και <i>-εος</i> (*[[εἴδω]]), ποιητ. επίθ., αυτός που δεν γνωρίζει, μη πληροφορημένος, αυτός που βρίσκεται σε [[άγνοια]], [[αμαθής]], σε Ομήρ. Ιλ.· με γεν., σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἄϊδρις:''' gen. ιος и εος не знающий, незнакомый, несведущий ([[φώς]] Hom.; [[ἀνήρ]] Pind.; τινος Hom., Hes., Aesch.): ἄ. εἰς τόδ᾽ [[ἦλθον]] Soph. я сделал это по неведению; οὐκ ἂν ἄ. ὑπείποις Soph. ты знаешь (это) и мог бы (об этом) рассказать. | |||
}} | }} |