Anonymous

κλεπτίστατος: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κλεπτίστατος:''' -η, -ον, υπερθ. επίθ. από το [[κλέπτης]], ο [[πλέον]] [[διαβόητος]] [[κλέφτης]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''κλεπτίστατος:''' -η, -ον, υπερθ. επίθ. από το [[κλέπτης]], ο [[πλέον]] [[διαβόητος]] [[κλέφτης]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''κλεπτίστᾰτος:''' [superl. к [[κλέπτης]]<br /><b class="num">1)</b> самый вороватый, самый опытный в плутнях Arph.;<br /><b class="num">2)</b> искуснейший в воровстве (χεῖρες Arst.; [[Ἑρμῆς]] Sext.).
}}
}}