Anonymous

προσερέσθαι: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προσερέσθαι:''' απαρ. αορ. βʹ με μέλ. <i>-ερήσομαι</i> — Μέσ., [[ρωτώ]] [[επιπλέον]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''προσερέσθαι:''' απαρ. αορ. βʹ με μέλ. <i>-ερήσομαι</i> — Μέσ., [[ρωτώ]] [[επιπλέον]], σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''προσερέσθαι:''' (inf. aor. 2 с fut. προσερήσομαι) спросить еще (τινά τι Plat.).
}}
}}