Anonymous

συγκατεύχομαι: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συγκατεύχομαι:''' μέλ. <i>-εύξομαι</i>, αποθ., [[προσεύχομαι]], [[ικετεύω]] από κοινού για [[κάτι]], σε Σοφ.
|lsmtext='''συγκατεύχομαι:''' μέλ. <i>-εύξομαι</i>, αποθ., [[προσεύχομαι]], [[ικετεύω]] από κοινού για [[κάτι]], σε Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''συγκατεύχομαι:''' <b class="num">1)</b> одновременно просить, вымаливать (τι Soph.);<br /><b class="num">2)</b> одновременно призывать в молитвах (Геракла и Иолая) Plut.
}}
}}