Anonymous

ἀποικία: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀποικία:''' Ιων. -ίη, ἡ ([[ἄποικος]]), [[οικισμός]] ανθρώπων [[μακριά]] από την [[πατρίδα]] τους, [[αποικία]], [[αποικισμός]], σε Ηρόδ. κ.λπ.· <i>εἰς ἀποικίαν στέλλειν</i>, [[στέλνω]] ανθρώπους [[μακριά]] από την [[πατρίδα]] για να δημιουργήσουν [[αποικία]], στον ίδ.· <i>ἀποικίαν ἐκπέμπειν</i>, σε Θουκ.
|lsmtext='''ἀποικία:''' Ιων. -ίη, ἡ ([[ἄποικος]]), [[οικισμός]] ανθρώπων [[μακριά]] από την [[πατρίδα]] τους, [[αποικία]], [[αποικισμός]], σε Ηρόδ. κ.λπ.· <i>εἰς ἀποικίαν στέλλειν</i>, [[στέλνω]] ανθρώπους [[μακριά]] από την [[πατρίδα]] για να δημιουργήσουν [[αποικία]], στον ίδ.· <i>ἀποικίαν ἐκπέμπειν</i>, σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀποικία:''' ион. ἀποικίη ἡ поселение, колония Pind., Aesch., Her., Thuc., Plat., Arst., Aeschin., Polyb., Plut., Luc.
}}
}}