3,271,449
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ψεκτός:''' -ή, -όν, ρημ. επίθ., [[μεμπτός]], αυτός τον οποίον μπορεί [[κάποιος]] να κατηγορήσει, αξιοκατάκριτος, σε Πλάτ. | |lsmtext='''ψεκτός:''' -ή, -όν, ρημ. επίθ., [[μεμπτός]], αυτός τον οποίον μπορεί [[κάποιος]] να κατηγορήσει, αξιοκατάκριτος, σε Πλάτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ψεκτός:''' [adj. verb. к [[ψέγω]] достойный порицания, недостойный, зазорный Plat., Arst., Polyb., Plut. | |||
}} | }} |