Anonymous

θηοῖο: Difference between revisions

From LSJ
2b
(4)
(2b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''θηοῖο:''' Επικ. αντί <i>θεῷο</i>, βʹ ενικ. ευκτ. ενεστ. του [[θηέομαι]].
|lsmtext='''θηοῖο:''' Επικ. αντί <i>θεῷο</i>, βʹ ενικ. ευκτ. ενεστ. του [[θηέομαι]].
}}
{{elru
|elrutext='''θηοῖο:''' эп. 2 л. sing. praes. opt. к [[θηέομαι]] (см. [[θεάομαι]]).
}}
}}