Anonymous

ἁπαξάπας: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 13: Line 13:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἁπαξάπᾱς:''' [ξᾰ], -ᾱσα, -ᾰν, [[ολόκληρος]] [[μεμιάς]], κατά κανόνα στον πληθ., σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ἁπαξάπᾱς:''' [ξᾰ], -ᾱσα, -ᾰν, [[ολόκληρος]] [[μεμιάς]], κατά κανόνα στον πληθ., σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἁπαξάπας:''' πασα, παν весь в целом, весь целиком: [[εὑρών]] ἁπαξάπαντα κατακεκλῃμένα Arph. найдя все решительно запертым.
}}
}}