Anonymous

ὁδοποιός: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὁδοποιός:''' ὁ ([[ποιέω]]),·<br /><b class="num">1.</b> αυτός που ανοίγει δρόμο, [[μηχανικός]], σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> [[επόπτης]] κατασκευής δημοσίων [[δρόμων]], σε Αισχίν.
|lsmtext='''ὁδοποιός:''' ὁ ([[ποιέω]]),·<br /><b class="num">1.</b> αυτός που ανοίγει δρόμο, [[μηχανικός]], σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> [[επόπτης]] κατασκευής δημοσίων [[δρόμων]], σε Αισχίν.
}}
{{elru
|elrutext='''ὁδοποιός:''' ὁ<b class="num">1)</b> дорожный строитель, путеец, сапер Xen.;<br /><b class="num">2)</b> дорожный смотритель (должность в Афинах по организации строительства дорог и поддержанию их в порядке) Aeschin.
}}
}}