Anonymous

πρόσκομμα: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πρόσκομμα:''' -ατος, τό ([[προσκόπτω]]), [[εμπόδιο]], [[κώλυμα]], σε Καινή Διαθήκη· [[αποτέλεσμα]] παραπατήματος, στο ίδ.· [[βλάβη]], [[πληγή]], [[χτύπημα]], στο ίδ.
|lsmtext='''πρόσκομμα:''' -ατος, τό ([[προσκόπτω]]), [[εμπόδιο]], [[κώλυμα]], σε Καινή Διαθήκη· [[αποτέλεσμα]] παραπατήματος, στο ίδ.· [[βλάβη]], [[πληγή]], [[χτύπημα]], στο ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''πρόσκομμα:''' ατος τό<b class="num">1)</b> препятствие Plut.: [[λίθος]] τοῦ προσκόμματος NT камень преткновения;<br /><b class="num">2)</b> соблазн (τοῖς ἀσθενοῦσιν - v. l. ἀσθενέσιν NT).
}}
}}