Anonymous

ἀπόσπασμα: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπόσπασμα:''' -ατος, τό, αυτό που έχει αποκοπεί ή αποσπαστεί, [[τεμάχιο]], [[ράκος]], [[απόκομμα]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''ἀπόσπασμα:''' -ατος, τό, αυτό που έχει αποκοπεί ή αποσπαστεί, [[τεμάχιο]], [[ράκος]], [[απόκομμα]], σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπόσπασμα:''' ατος τό кусок, клочок Plat., Plut.
}}
}}