Anonymous

ὀρεινόμος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀρεινόμος:''' -ον ([[νέμω]] Β), αυτός που περιφέρεται στα βουνά για να βοσκήσει, σε Ευρ.
|lsmtext='''ὀρεινόμος:''' -ον ([[νέμω]] Β), αυτός που περιφέρεται στα βουνά για να βοσκήσει, σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀρεινόμος:''' бродящий по горам (Κενταύρων [[γέννα]] Eur.): ἡ [[πλάνη]] ὀ. Anth. скитание по горам.
}}
}}