Anonymous

ἰχθυηρός: Difference between revisions

From LSJ
2b
(5)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἰχθυηρός:''' -ά, -όν ([[ἰχθύς]]), [[κατάλληλος]] για [[υποδοχή]] ψαριών, δηλ. βρώμικος, [[ακάθαρτος]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ἰχθυηρός:''' -ά, -όν ([[ἰχθύς]]), [[κατάλληλος]] για [[υποδοχή]] ψαριών, δηλ. βρώμικος, [[ακάθαρτος]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἰχθυηρός:''' <b class="num">1)</b> рыбный, предназначенный для рыб ([[πινακίσκος]] Arph.);<br /><b class="num">2)</b> рыбный, приготовленный из рыбы ([[ζωμός]] Luc.).
}}
}}