Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἔγκτησις: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔγκτησις:''' Δωρ. ἔγκτᾱσις, -εως, ἡ, [[κατοχή]], [[ιδιοκτησία]] γης σε [[μία]] [[περιοχή]] από ένα [[ξένο]], σε Ξεν.· το [[δικαίωμα]] του να κατέχεις τέτοια γη που έχει παραχωρηθεί ως [[δωρεά]] σε ξένους, σε Ψήφ. Βυζ. [[παρά]] Δημ.
|lsmtext='''ἔγκτησις:''' Δωρ. ἔγκτᾱσις, -εως, ἡ, [[κατοχή]], [[ιδιοκτησία]] γης σε [[μία]] [[περιοχή]] από ένα [[ξένο]], σε Ξεν.· το [[δικαίωμα]] του να κατέχεις τέτοια γη που έχει παραχωρηθεί ως [[δωρεά]] σε ξένους, σε Ψήφ. Βυζ. [[παρά]] Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔγκτησις:''' дор. ap. Dem. [[ἔγκτασις|ἔγκτᾱσις]], εως ἡ право владения недвижимостью вне своей страны (συγκλεισθῆναι ταῖς ἐπιγαμίαις καὶ ἐγκτήσεσι παρ᾽ ἀλλήλοις Xen.; [[δεδόχθαι]] τινὶ ἔγκτασιν γᾶς καὶ οἰκιᾶν Dem.).
}}
}}