3,276,932
edits
(6) |
(4) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''στρουθός:''' ὁ και ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[σπουργίτι]], σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> ὁ [[μέγας]] [[στρουθός]], μεγαλόσωμο πουλί, δηλ. [[στρουθοκάμηλος]], Λατ. [[struthio]], σε Ξεν.· επίσης ονομαζόταν στρουθὸς [[κατάγαιος]] (δηλ. [[πτηνό]] που τρέχει στο [[έδαφος]], που δεν [[πετά]]), σε Ηρόδ.· επίσης, [[απλώς]] [[στρουθός]], όπως το [[στρουθοκάμηλος]], σε Αριστοφ. | |lsmtext='''στρουθός:''' ὁ και ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[σπουργίτι]], σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> ὁ [[μέγας]] [[στρουθός]], μεγαλόσωμο πουλί, δηλ. [[στρουθοκάμηλος]], Λατ. [[struthio]], σε Ξεν.· επίσης ονομαζόταν στρουθὸς [[κατάγαιος]] (δηλ. [[πτηνό]] που τρέχει στο [[έδαφος]], που δεν [[πετά]]), σε Ηρόδ.· επίσης, [[απλώς]] [[στρουθός]], όπως το [[στρουθοκάμηλος]], σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''στρουθός:''' атт. [[στροῦθος]] ὁ и ἡ<br /><b class="num">1)</b> воробей Hom., Her. etc.;<br /><b class="num">2)</b> (тж. ὁ [[μέγας]] σ. Xen., σ. [[κατάγαιος]] Her., σ. ὁ [[Λιβυκός]] или σ. ὁ ἐν Λιβύῃ Arst.) страус Arph., Luc. | |||
}} | }} |