Anonymous

ταώς: Difference between revisions

From LSJ
66 bytes added ,  31 December 2018
4b
(6)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ταώς:''' ή [[ταῶς]] (μερικές φορές γραφόμενο <i>ταὧς</i>), ὁ· γεν. [[ταώ]] ή <i>ταῶ</i>· αιτ. [[ταών]] ή [[ταῶν]]· πληθ., ονομ. [[ταῴ]] ή [[ταῷ]]· γεν. [[ταῶν]]· αιτ. [[ταώς]] ή [[ταῶς]]· [[αλλά]] επίσης (όπως από ονομ. [[ταών]]), δοτ. πληθ. <i>ταῶσι</i>, αιτ. <i>ταῶνας</i>· [[παγώνι]], Λατ. [[pavo]], σε Αριστοφ. κ.λπ.· μεταφ., λέγεται για τους αλαζόνες ανθρώπους, στον ίδ.
|lsmtext='''ταώς:''' ή [[ταῶς]] (μερικές φορές γραφόμενο <i>ταὧς</i>), ὁ· γεν. [[ταώ]] ή <i>ταῶ</i>· αιτ. [[ταών]] ή [[ταῶν]]· πληθ., ονομ. [[ταῴ]] ή [[ταῷ]]· γεν. [[ταῶν]]· αιτ. [[ταώς]] ή [[ταῶς]]· [[αλλά]] επίσης (όπως από ονομ. [[ταών]]), δοτ. πληθ. <i>ταῶσι</i>, αιτ. <i>ταῶνας</i>· [[παγώνι]], Λατ. [[pavo]], σε Αριστοφ. κ.λπ.· μεταφ., λέγεται για τους αλαζόνες ανθρώπους, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ταώς:''' ώ ὁ Arst. = [[ταῶν]].
}}
}}