Anonymous

μαλθάσσω: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μαλθάσσω:''' = [[μαλάσσω]], [[μαλακώνω]], [[απαλύνω]], στους Τραγ.· Παθ., <i>μαλαχθεῖσ' ὕπνῳ</i>, αποκαμωμένη από τον ύπνο, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''μαλθάσσω:''' = [[μαλάσσω]], [[μαλακώνω]], [[απαλύνω]], στους Τραγ.· Παθ., <i>μαλαχθεῖσ' ὕπνῳ</i>, αποκαμωμένη από τον ύπνο, σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''μαλθάσσω:''' Trag. = [[μαλάσσω]].
}}
}}