Anonymous

κυνόφρων: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κῠνόφρων:''' -ον ([[φρήν]]), αυτός που έχει [[μυαλό]] σκύλου, [[αδιάντροπος]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''κῠνόφρων:''' -ον ([[φρήν]]), αυτός που έχει [[μυαλό]] σκύλου, [[αδιάντροπος]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''κῠνόφρων:''' 2, gen. ονος бесстыдный как пес Aesch.
}}
}}