Anonymous

χαλκοκορυστής: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χαλκοκορυστής:''' -οῦ, ὁ, αυτός που είναι οπλισμένος ή εξοπλισμένος με χαλκό, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''χαλκοκορυστής:''' -οῦ, ὁ, αυτός που είναι οπλισμένος ή εξοπλισμένος με χαλκό, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''χαλκοκορυστής:''' οῦ adj. m одетый в медные доспехи ([[Ἓκτωρ]] Hom.; [[Ἄρης]] HH; [[Μέμνων]] Hes.).
}}
}}