Anonymous

θρίσσα: Difference between revisions

From LSJ
2b
(17)
(2b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[φρίσσα]], η (ΑΜ [[θρίσσα]] Α και αττ. [[τύπος]] θρίττα και θρείσσα)<br />[[είδος]] σαρδέλας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>θριχ</i>-<i>ψα</i> <span style="color: red;"><</span> [[θριξ]], <i>τριχός</i>. Πρόκειται για την πιο αρχαία και πιο διαδεδομένη λ. της οικογένειας. Δηλώνει ένα [[είδος]] ψαριού, το οποίο ονομάστηκε [[έτσι]] [[επειδή]] τα κόκαλα του [[είναι]] πολύ λεπτά, σαν [[τρίχες]]].
|mltxt=και [[φρίσσα]], η (ΑΜ [[θρίσσα]] Α και αττ. [[τύπος]] θρίττα και θρείσσα)<br />[[είδος]] σαρδέλας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>θριχ</i>-<i>ψα</i> <span style="color: red;"><</span> [[θριξ]], <i>τριχός</i>. Πρόκειται για την πιο αρχαία και πιο διαδεδομένη λ. της οικογένειας. Δηλώνει ένα [[είδος]] ψαριού, το οποίο ονομάστηκε [[έτσι]] [[επειδή]] τα κόκαλα του [[είναι]] πολύ λεπτά, σαν [[τρίχες]]].
}}
{{elru
|elrutext='''θρίσσα:''' атт. [[θρίττα]] ἡ тритта (рыба неизвестного нам вида) Arst., Plut.
}}
}}