Anonymous

τανύφλοιος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τᾰνύφλοιος:''' -ον ([[τανύω]]), λέγεται για τα δέντρα, αυτός που έχει φλοιό που εκτείνεται σε μεγάλο [[μήκος]], δηλ. ψηλός, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''τᾰνύφλοιος:''' -ον ([[τανύω]]), λέγεται για τα δέντρα, αυτός που έχει φλοιό που εκτείνεται σε μεγάλο [[μήκος]], δηλ. ψηλός, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''τᾰνύφλοιος:''' с обтянутой (гладкой) корой, по по друг. - с длинной корой, т. е. высокий ([[κρανείη]] Hom.; [[ἐρινεός]] Theocr.).
}}
}}