Anonymous

ὀδοντωτός: Difference between revisions

From LSJ
m
LSJ1 replacement
(3b)
m (LSJ1 replacement)
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=odontotos
|Transliteration C=odontotos
|Beta Code=o)dontwto/s
|Beta Code=o)dontwto/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">with large teeth</b>, of a saw, Gal.18(2).331 ; ξύστρα ὀ. <b class="b2">comb</b>, <span class="bibl">Luc.<span class="title">Lex.</span>5</span> ; <b class="b2">cogged</b>, of a wheel, <span class="bibl">Hero <span class="title">Spir.</span>2.36</span>, al.</span>
|Definition=ὀδοντωτή, ὀδοντωτόν, [[with large teeth]], of a saw, Gal.18(2).331; ξύστρα ὀ. [[comb]], Luc.''Lex.''5; [[cogged]], of a wheel, Hero ''Spir.''2.36, al.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0293.png Seite 293]] gezähnt, [[ξύστρα]], Luc. Lex. 5.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0293.png Seite 293]] gezähnt, [[ξύστρα]], Luc. Lex. 5.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />[[dentelé]].<br />'''Étymologie:''' [[ὀδούς]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀδοντωτός:''' [[зазубренный]], [[зубчатый]], [[снабженный зубьями]] ([[ξύστρα]] Luc.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀδοντωτός''': -ή, -όν, ἔχων ὀδόντας, [[ξύστρα]] ὀ. Λουκ. Λεξιφ. 5
|lstext='''ὀδοντωτός''': -ή, -όν, ἔχων ὀδόντας, [[ξύστρα]] ὀ. Λουκ. Λεξιφ. 5
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />dentelé.<br />'''Étymologie:''' [[ὀδούς]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ὀδοντωτός]], -ή, -όν) [[οδοντώ]]<br />(συν. για [[εργαλείο]], [[εξάρτημα]] ή [[κατασκευή]]) αυτός που φέρει [[οδόντωση]], που έχει εναλλασσόμενες εσοχές και εξοχές παρόμοιες με δόντια<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>ανατ.</b> αυτός που εμφανίζει εντομές, [[ανάμεσα]] στις οποίες προβάλλουν οδοντοειδείς προεξοχές<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[οδοντωτός]] [[τροχός]]»<br /><b>τεχνολ.</b> [[τροχός]] με [[οδόντωση]] στην περιφέρειά του, ο [[οποίος]] προσαρμόζεται με άλλον τροχό, κοχλία ή άξονα που φέρουν αντίστοιχη [[οδόντωση]] και εξασφαλίζει τη [[μετάδοση]] της κίνησης από ένα [[σώμα]] σε [[άλλο]], κν. [[γρανάζι]]<br />β) «[[οδοντωτός]] [[σιδηρόδρομος]]» — [[σιδηρόδρομος]] που κινείται με τη [[βοήθεια]] τρίτης, οδοντωτής τροχιάς [[επειδή]] το [[έδαφος]] [[είναι]] επικλινές<br />γ) «[[σύστημα]] οδοντωτών τροχών»<br /><b>τεχνολ.</b> [[μηχανικό]] [[σύστημα]] που αποτελείται από αλλεπάλληλους οδοντωτούς τροχούς και το οποίο χρησιμοποιείται για τη [[μετάδοση]] της κίνησης από έναν περιστρεφόμενο άξονα σε [[άλλο]]<br />δ) «ελλειπτικό [[σύστημα]] οδοντωτών τροχών» — [[σύστημα]] που μεταδίδει σε έναν παράλληλο άξονα μεταβλητή περιστροφική [[κίνηση]]<br />ε) «[[σύστημα]] οδοντωτών τροχών του Χόυχενς» — [[σύστημα]] από οδοντωτούς τροχούς στο οποίο η [[σχέση]] τών ταχυτήτων μεταβάλλεται [[κατά]] [[βούληση]]<br />στ) «οδοντωτοί μύες»<br /><b>ανατ.</b> [[ονομασία]] τριών ζυγών [[μυών]] του [[θώρακος]]<br />ζ) «οδοντωτοί πυρήνες»<br /><b>ανατ.</b> μάζες από φαιά [[ουσία]] οι οποίες βρίσκονται [[μέσα]] στην [[παρεγκεφαλίδα]]- η) «[[οδοντωτός]] [[σύνδεσμος]]»<br /><b>ανατ.</b> [[ινώδης]] [[υμένας]] ο [[οποίος]] εκτείνεται σε όλο το [[μήκος]] του νωτιαίου μυελού και χρησιμεύει στη [[διατήρηση]] του νωτιαίου μυελού στη [[θέση]] του [[κατά]] τις κινήσεις της σπονδυλικής στήλης<br />θ) «[[οδοντωτός]] [[κανόνας]]»<br /><b>τεχνολ.</b> μεταλλική [[ράβδος]] η οποία φέρει [[οδόντωση]] και, ως [[στοιχείο]] μηχανής, συνεργεί με οδοντωτούς τροχούς.
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ὀδοντωτός]], -ή, -όν) [[οδοντώ]]<br />(συν. για [[εργαλείο]], [[εξάρτημα]] ή [[κατασκευή]]) αυτός που φέρει [[οδόντωση]], που έχει εναλλασσόμενες εσοχές και εξοχές παρόμοιες με δόντια<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>ανατ.</b> αυτός που εμφανίζει εντομές, [[ανάμεσα]] στις οποίες προβάλλουν οδοντοειδείς προεξοχές<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[οδοντωτός]] [[τροχός]]»<br /><b>τεχνολ.</b> [[τροχός]] με [[οδόντωση]] στην περιφέρειά του, ο [[οποίος]] προσαρμόζεται με άλλον τροχό, κοχλία ή άξονα που φέρουν αντίστοιχη [[οδόντωση]] και εξασφαλίζει τη [[μετάδοση]] της κίνησης από ένα [[σώμα]] σε [[άλλο]], κν. [[γρανάζι]]<br />β) «[[οδοντωτός]] [[σιδηρόδρομος]]» — [[σιδηρόδρομος]] που κινείται με τη [[βοήθεια]] τρίτης, οδοντωτής τροχιάς [[επειδή]] το [[έδαφος]] [[είναι]] επικλινές<br />γ) «[[σύστημα]] οδοντωτών τροχών»<br /><b>τεχνολ.</b> [[μηχανικό]] [[σύστημα]] που αποτελείται από αλλεπάλληλους οδοντωτούς τροχούς και το οποίο χρησιμοποιείται για τη [[μετάδοση]] της κίνησης από έναν περιστρεφόμενο άξονα σε [[άλλο]]<br />δ) «ελλειπτικό [[σύστημα]] οδοντωτών τροχών» — [[σύστημα]] που μεταδίδει σε έναν παράλληλο άξονα μεταβλητή περιστροφική [[κίνηση]]<br />ε) «[[σύστημα]] οδοντωτών τροχών του Χόυχενς» — [[σύστημα]] από οδοντωτούς τροχούς στο οποίο η [[σχέση]] τών ταχυτήτων μεταβάλλεται [[κατά]] [[βούληση]]<br />στ) «οδοντωτοί μύες»<br /><b>ανατ.</b> [[ονομασία]] τριών ζυγών [[μυών]] του [[θώρακος]]<br />ζ) «οδοντωτοί πυρήνες»<br /><b>ανατ.</b> μάζες από φαιά [[ουσία]] οι οποίες βρίσκονται [[μέσα]] στην [[παρεγκεφαλίδα]]- η) «[[οδοντωτός]] [[σύνδεσμος]]»<br /><b>ανατ.</b> [[ινώδης]] [[υμένας]] ο [[οποίος]] εκτείνεται σε όλο το [[μήκος]] του νωτιαίου μυελού και χρησιμεύει στη [[διατήρηση]] του νωτιαίου μυελού στη [[θέση]] του [[κατά]] τις κινήσεις της σπονδυλικής στήλης<br />θ) «[[οδοντωτός]] [[κανόνας]]»<br /><b>τεχνολ.</b> μεταλλική [[ράβδος]] η οποία φέρει [[οδόντωση]] και, ως [[στοιχείο]] μηχανής, συνεργεί με οδοντωτούς τροχούς.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀδοντωτός:''' зазубренный, зубчатый, снабженный зубьями ([[ξύστρα]] Luc.).
}}
}}