Anonymous

ἐκκηρύσσω: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐκκηρύσσω:''' Αττ. -ττω, μέλ. <i>-ξω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[προκηρύσσω]] μέσω της φωνής κήρυκα, σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> [[θέτω]] κάποιον εξόριστο με [[προκήρυξη]], σε Ηρόδ. — Παθ., ἐξεκηρύχθην [[φυγάς]], σε Σοφ.
|lsmtext='''ἐκκηρύσσω:''' Αττ. -ττω, μέλ. <i>-ξω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[προκηρύσσω]] μέσω της φωνής κήρυκα, σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> [[θέτω]] κάποιον εξόριστο με [[προκήρυξη]], σε Ηρόδ. — Παθ., ἐξεκηρύχθην [[φυγάς]], σε Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐκκηρύσσω:''' атт. [[ἐκκηρύττω]]<br /><b class="num">1)</b> объявлять через глашатая: τὸν Πολυνείκους [[νέκυς]] φασὶν ἐκκεκηρῦχθαι τὸ μὴ τάφῳ καλύψαι Soph. говорят, что через глашатая запрещено предать тело Полиника погребению;<br /><b class="num">2)</b> преимущ. объявлять через глашатая об изгнании, приговаривать к изгнанию (τινά Her., Polyb., Diod., Plut.; ἐκ τῆς πόλεως Lys. и τῆς πόλεως Aeschin.; τοῦ Ἑλληνικοῦ Luc.; εἰς ἔτη [[δέκα]] Plut.).
}}
}}