Anonymous

κολπίας: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κολπίας:''' -ου, ὁ, αυτός που είναι εξογκωμένος και σχηματίζει κόλπους, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''κολπίας:''' -ου, ὁ, αυτός που είναι εξογκωμένος και σχηματίζει κόλπους, σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''κολπίας:''' ου adj. m складчатый, ниспадающий складками ([[πέπλος]] Aesch.).
}}
}}