Anonymous

ὀκρίς: Difference between revisions

From LSJ
3b
(28)
(3b)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀκρίς]], -[[ίδος]], ό, ἡ (Α) [[όκρις]]<br />αυτός που έχει πολλές προεξοχές, που έχει [[τραχεία]] [[επιφάνεια]].
|mltxt=[[ὀκρίς]], -[[ίδος]], ό, ἡ (Α) [[όκρις]]<br />αυτός που έχει πολλές προεξοχές, που έχει [[τραχεία]] [[επιφάνεια]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀκρίς:''' ίδος adj. f обрывистый, неровный, острый ([[φάραγξ]] Aesch.).
}}
}}