Anonymous

ἀντίψηφος: Difference between revisions

From LSJ
1
(5)
(1)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀντίψηφος]], -ον (Α)<br />αυτός που ψηφίζει [[εναντίον]] κάποιου, που αντιτίθεται σε κάποιον.
|mltxt=[[ἀντίψηφος]], -ον (Α)<br />αυτός που ψηφίζει [[εναντίον]] κάποιου, που αντιτίθεται σε κάποιον.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀντίψηφος:''' высказывающийся или голосующий против (τινι Plat.).
}}
}}