Anonymous

τάμισος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τάμῐσος:''' [ᾰ], ἡ, πυτιά (ένζυμο που το χρησιμοποιούν οι τυροκόμοι για το [[πήξιμο]] του τυριού), σε Θεόκρ.
|lsmtext='''τάμῐσος:''' [ᾰ], ἡ, πυτιά (ένζυμο που το χρησιμοποιούν οι τυροκόμοι για το [[πήξιμο]] του τυριού), σε Θεόκρ.
}}
{{elru
|elrutext='''τάμῐσος:''' (ᾰ) ἡ (= атт. [[πυτία]]) молочная закваска, сычуг Theocr.
}}
}}